List

Η Σχέση της Αρκαδίας με την Κύπρο είναι Πανάρχαιες
Αναδημοσίευση 3 άρθρων από http://www.arcadians.gr/
———————————————————————————————

  1. Αρχαίες ΑρκαδοΚυπριακές Σχέσεις
    Χρυσόστομος Κριμπάς – από τα «Αρκαδικά Χρονικά» έκδοση 1977

Κύριο Γνώρισμα
Η Κύπρος, στην αδιάκοπη και πολυκύμαντη ροή του ιστορικού χρόνου, παρουσιάζει τούτο το χαρακτηριστικό γνώρισμα: αν και δέχτηκε πολλές και έντονες επιδράσεις απ’ τους γειτονικούς της λαούς, ωστόσο, δεν αποκόπηκε ποτέ απ’ την μητροπολιτική Ελληνική εστία. Ο πολιτισμός της, απ’ τα πανάρχαια χρόνια, αποτελεί ένα γονιμοποιό αδέλφωμα γηγενών, Ελληνικών και μεσανατολικών στοιχείων.

Η Ελληνική παρουσία στην Κύπρο σημειώνεται πρίν απ’ τον δέκατον τέταρτον αιώνα πρo Χριστού. Όταν τολμηροί Έλληνες έμποροι και τεχνίτες, έφθασαν ως τους παραλιακούς οικισμούς των για να ανταλλάξουν εμπορεύματα και να διδάξουν βιοτικές τέχνες. Αργότερα, ακολούθησε πυκνότερο μεταναστευτικό ρεύμα, μόνιμη εγκατάσταση και πλήρης εξελληνισμός των κατοίκων του μαγευτικού νησιού.

Από τότε, ως τα σήμερα, δεν σταμάτησε ούτε για μια στιγμή αυτή η επικοινωνία. Δεν αλλοιώθηκε ποτέ ο πληθυσμός της Κύπρου. Δεν νοθεύτηκε ποτέ επικίνδυνα η βιολογική και πολιτιστική της πραγματικότητα. Έμεινε και παραμένει Ελληνική. Βαθειά και πεντακάθαρα Ελληνική. Παρά τις εκάστοτε βαρβαρικές επιδρομές. Παρά τις γενικές κατακτήσεις. Παρά τις μακροχρόνιες τυραννικές παρουσίες. Το φανέρωσε όμορφα, αληθινά και συμπυκνωμένα ο μεγάλος μας Παλαμάς:
Στην Κύπρο της αέρινη
τη μακαρία γή
η αγνή ψυχή δεν έσβησε
και ζή και ζή και ζή !….

Γενναία μερίδα τιμής στον εξελληνισμό της αρχαίας Κύπρου έχει και η μαγευτική, η τολμηρή και γενναία μας Αρκαδία. Που το ξέρουμε? Μας το πληροφορούν οι αρχαίοι συγγραφείς, με κορυφαίο τον πατέρα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας τον θείον Όμηρο. Μας το βεβαιώνουν τα πλούσια ανασκαφικά ευρήματα. Μας το φωνάζουν οι γραφές κι’ οι επιγραφές που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, σχίζοντας προσεκτικά τα φιλόξενα και στοργικά Κυπριακά σπλάχνα.

Ομηρική Μαρτυρία
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα, αναφέρει τις Ελληνικές πολεμικές δυνάμεις σε πλοία, άνδρες και αρχηγούς, που συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα για να πάρουν μέρος στην πολύκροτη εκστρατεία εναντίον της Τροίας, με αρχηγό τους τον βασιλιά της Τεγέας Αγαπήνορα, γιό του Αργοναύτη Αγκαίου.

Όταν τελείωσε ο Τρωικός πόλεμος, οι Αρκάδες μπήκαν στα καράβια που πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Πλησιάζοντας στην Κύπρο, τους έπιασε τόσο μεγάλη φουρτούνα, ώστε δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Δεν ήσαν και καλοί θαλασσινοί και δεν τόλμησαν να τα βάλουν με τα μανιασμένα κύματα. Έτσι, άραξαν στις Κυπριακές ακτές και εγκατασταθήκαν μόνιμα εκεί. Μα ας δούμε πως μας τα διηγείται ο ίδιος ο πρωτομάστορας της επικής ποίησης και ας μεταφέρουμε το ομηρικό κείμενο στην τωρινή μας γλώσσα: «Κατέφθασαν λοιπόν πολλά παλικάρια, από διάφορα μέρη της Αρκαδίας. Και να, απ’ τους πρόποδες της Κυλλήνης όπου βρίσκεται ο τάφος του Αιπύτου, ήλθαν αρκετοί γενναίοι κονταρομάχοι. Επίσης ήλθαν απ’ τον Φενεό και τον Ορχομενό όπου τρέφουν πολλά κοπάδια πρόβατα. Άλλοι ήλθαν από τη Ρίπη, τη Στρατία και την ανεμοδαρμένη Ενίσπη. Άλλοι απ’ την Τεγέα και την όμορφη Μαντίνεια κι άλλοι απ’ τον Στύμφαλο και την Παρρασία. Αρχηγός τους ήταν ο Αγαπήνωρ, ο γιός του Αγκαίου. Όλοι τους ήσαν εμπειροπόλεμοι και μπήκαν αρκετοί σε κάθε πλοίο απ’ τα εξήντα που τους έδωσε ο Αγαμέμνων, ο γενικός αρχηγός της εκστρατείας. Αυτά τα πλοία ήσαν γερά και καλοφτιαγμένα, ικανά να περάσουν χωρίς κίνδυνο το βαθυγάλαζο πέλαγος, μιας και οι Αρκάδες δεν είχαν ιδέα από θαλασσινές τέχνες».

Την αρχαία εποχή, η Αρκαδία δεν είχε διέξοδο προς την θάλασσα. Ήταν περιοχή εντελώς μεσογειακή. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Αγαμέμνων εφρόντισε να τους εξασφαλίση εξήντα γερά και καλοφτιαγμένα καράβια. Οι αρχαίοι Αρκάδες, οι «βαλανηφάγοι», ήσαν άριστοι κτηνοτρόφοι, γεωργοί, αθλητές και πολεμιστές. Η θάλασσα τους ήταν άγνωστη. Απόδειξη, ότι, όταν τους έπιασε η μεγάλη θαλασσοταραχή κατά την επιστροφή τους απ’ την Τροία, κατέφυγαν στις Κυπριακές ακτές της Πάφου και έμειναν εκεί για όλη τους τη ζωή.

Μαρτυρία Παυσανία  
Η μαρτυρία του Παυσανία είναι πολύ κατατοπιστική. Επισημαίνω μερικά σπουδαία στοιχεία. Η αποβίβαση των Αρκάδων στην Κύπρο, αν και αναγκαστική, δεν είχε προσωρινό χαρακτήρα. Απεφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα εκεί. Είτε διότι δεν είχαν ελπίδες να επιστρέψουν με ασφάλεια στην πατρίδα, είτε διότι τους άρεσε το μέρος, είτε και για τα δυό μαζί, έβαλαν μπροστά σχέδια μόνιμης και σταθερής παραμονής στον φιλόξενο αυτόν τόπο. Όποιος θέλει να φύγη, όποιος βασανίζεται από το σαράκι του νόστου, δεν χτίζει πολιτείες και ναούς.  

Για να γίνουν αυτά τα μεγάλα έργα, εχρειάστηκαν δύο παράγοντες. Χρόνος και εύνοια. Είναι αυτονόητο, ότι πρίν αρχίσει ο οργασμός της δημιουργίας, θα είχαν προηγηθή εγκάρδιες επαφές με το ντόπιο ανθρώπινο δυναμικό. Δεν δημιουργεί έργα ο νεοφερμένος σε περιβάλλον εχθρικό. Βασικός παράγοντας κάθε δημιουργίας είναι η γαλήνη, η ασφάλεια και η ησυχία.

Επικρατεί η γνώμη στον κύκλο των ειδικών, ότι από πολύ παλιότερα είχαν εγκατασταθή στην Κύπρο Αρκάδες, σαν έμποροι, σαν μετανάστες και αποικιστές. Οι νέοι του Αγαπήνορα, μαζί με τους παλιούς, ανακατεύτηκαν με τους γηγενείς κατοίκους και έπλασαν μια δυναμική και δημιουργική φυλή.

Οι Αρκάδες, εκτός από το γερό βιολογικό κύτταρο, έφεραν μαζί τους και τις συνήθειες, τις παραδόσεις, τα ήθη, τα έθιμα, τις δοξασίες, τις δεξιότητες και τις λατρείες τους. Αρχιτεκτονική, πολεοδομία, γλυπτική, πηλοπλαστική, οπλοτεχνία, υφαντική, τέχνη και τεχνική, γλώσσα και γραφή, γνώση και πράξη, μεταφυτεύθηκαν κι ανακατεύτηκαν με τα Κυπριακά και τεχνούργησαν ένα λαμπρό πολιτισμό. Τον Αρκαδοκυπριακό

Σπουδαία ευρήματα
Το μεταναστευτικό ρεύμα απ’ την Αρκαδία προς την Κύπρο, φαίνεται ότι έφτασε σε μεγάλη συχνότητα και πυκνότητα. Οι Αρκάδες, απλώθηκαν, διείσδυσαν και ρίζωσαν σ’ όλο το νησί. Αυτά δεν είναι ευσεβείς πόθοι. Αποδεικνύονται από τα αρχαιολογικά ευρήματα που έρχονται στην επιφάνεια, όλο και πιο πλούσια, όλο και πιο εύγλωττα.

Οι αρχαιολόγοι, θεωρούν εξαιρετικής σημασίας, δύο χάλκινα αγάλματα που βρέθηκαν στην αρχαία πόλη Έγκωμη. Η Έγκωμη βρισκόταν στην επαρχία της Αμμοχώστου, κοντά στο σημερινό χωριό που έχει την ίδια ονομασία. Οι ανασκαφές, ξέθαψαν τα ισχυρά τείχη, τους κανονικούς δρόμους, τα βολικά σπίτια, την άριστη ρυμοτομία, τα δημόσια κτίρια, τις πλατείες, τους ναούς, τους βωμούς, τα χυτήρια μετάλλων, χιλιάδες αγγεία, αγάλματα και πολλά άλλα καλλιτεχνικά αντικείμενα.

Μας ενδιαφέρουν πολύ τα δύο χάλκινα αγάλματα που αναφέραμε προηγουμένως. Το ένα, παρασταίνει τον Αρκαδικό θεό Απόλλωνα, τον λεγόμενο Κεραιάτη. Το ύψος του φθάνει τα πενηνταπέντε εκατοστό και είναι φτιαγμένο από συμπαγή χαλκό. Στο κεφάλι του έχει κέρατα, όπως ακριβώς συνέβαινε στην Αρκαδία. Ο θεός στέκεται όρθιος, φοράει περισκελίδα και στο κεφάλι του φέρνει περικεφαλαία κωνικού σχήματος, καμωμένη από δέρμα προβάτου. Τα μεγάλα κέρατα, είναι φυτρωμένα από την περικεφαλαία. Το αριστερό του χέρι, ακουμπάει στο στήθος. Το δεξί του, στρέφεται μπροστά με τεντωμένη παλάμη και με κλειστά δάχτυλα, εκτός απ’ τον αντίχειρα. Στη μέση φοράει ζώνη, που του χαρίζει ιδιαίτερη κομψότητα.  

Το άγαλμα είναι τόσο τέλεια καμωμένο, ώστε φαίνεται σαν ζωντανό. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του είναι λεπτά, αρμονικά κι όμορφα και στα χείλη του χαράζεται ένα χαριτωμένο χαμόγελο. Το έργο βρέθηκε μέσα στον κεντρικό ναό της Έγκωμης. Τώρα είναι τοποθετημένο στο Κυπριακό Μουσείο της Λευκωσίας.

Σε άλλο ναό βρέθηκε το δεύτερο άγαλμα. Είναι κι αυτό από χαλκό και παρασταίνει ένα θεό με γένεια και με κέρατα. Στο δεξί του χέρι κρατάει ακόντιο και στο αριστερό ασπίδα. Κι αυτό, θεωρείται μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας, αν και η ταυτότητά του δεν έχει ακόμη εξακριβωθή. Να είναι τάχα, ο Αρκαδικός θεός Πάν? Η μορφή, επιτρέπει μια τέτοια υπόθεση. Μα η ασπίδα και το ακόντιο μας κάνουν κάπως διστακτικούς. Υπάρχουν οι τολμηροί που υποστηρίζουν αυτή την πιθανοφανή άποψη: το άγαλμα ίσως αποτελεί συγκερασμό αρκαδοκυπριακής συνεργασίας. 

Για να υπάρχουν αυτά τα αγάλματα και κυρίως το πρώτο, που εικονίζει τον Αρκαδικό θεό Απόλλωνα τον Κεραιάτη, θα πή ότι είχε επιβληθή η λατρεία του θεού αυτού στην πόλη Έγκωμη. Αυτό βεβαιώνεται από σχετική επιγραφή που βρέθηκε στην πόλη Λάρνακα. Κοντά στο άγαλμα, βρήκαν αρκετά χάλκινα κρανία (βουκράνια). Αυτά τα φορούσαν οι λατρευτές, την εποχή των θρησκευτικών τελετών προς τιμήν του Αρκαδικού θεού Απόλλωνα του Κεραιάτη.  

Τα παραπάνω σημαίνουν ότι οι Αρκάδες κάτοικοι της πόλης θα ήσαν πολλοί και ισχυροί. Η καθιέρωση μιας θρησκευτικής λατρείας μέσα στις λαϊκές μάζες, προϋποθέτει κυριαρχία στον διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα. Το ίδιο και η ανάπτυξη της τέχνης και μάλιστα της μεταλλοτεχνίας, που είναι προχωρημένη μορφή εικαστικής έκφρασης. Υπάρχουν κι άλλα ευρήματα σε πολλές Κυπριακές τοποθεσίες, που δείχνουν πειστικά κι ολοφάνερα την Αρκαδική παρουσία στην Κύπρο, απ’ τον δέκατον τέταρτον αιώνα π.χ και μετά.

Αρκαδοκυπριακή Διάλεκτος
Όμως εκείνο που έχει το μεγαλύτερο βάρος στον αβρό και καρποφόρο εναγκαλισμό Αρκαδίας και Κύπρου, είναι η γλώσσα. Η ξεχωριστή εκείνη αρχαία Κυπριακή γλώσσα που σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό των ειδικών, λέγεται Αρκαδοκυπριακή Διάλεκτος. Δεν ήταν μόνο προφορική αυτή η διάλεκτος, αλλά και γραπτή.

Οι Κύπριοι είχαν δική τους γραφή. Είναι διαφορετική από τη Μινωική και λέγεται «συλλαβική κυπριακή γραφή». Οι ειδικοί επιστήμονες τοποθετούν την ακμή και χρήση της, γύρω στα 1500 π.χ, αλλά δεν κατάφεραν ακόμη να την αποκρυπτογραφήσουν, παρά τις έντονες προσπάθειες τους. Τα σύμβολά της αποτελούνται από ευθείες και καμπύλες γραμμές (γραμμική γραφή) και τα βρήκαν χαραγμένα σε πήλινες πινακίδες ή ζωγραφισμένα επάνω σε αγγεία. Αργότερα, τα χάραζαν επάνω σε φύλλα χαλκού. Επιφάνειες σαν αυτές, με τέτοια γραφή, βρέθηκαν πολλές στην Παλαίπαφο, στο Κίτιο, στην Έγκωμη και αλλού. Τα ονόματα των πόλεων μας θυμίζουν Αρκαδικές εγκαταστάσεις κι Αρκαδικές πολύπλευρες εξάρσεις.

Ειδικά στην πόλη Έγκωμη, βρέθηκε ένας πήλινος κύλινδρος γραμμένος σ’ ολόκληρη την επιφάνεια με σύμβολα μεταγενέστερης εποχής (γύρω τα 1200 π.χ).

Εκατό χρόνια αργότερα (γύρω στα 1100 π.χ) παρουσιάστηκαν αρκετά εργαλεία χάλκινα, με χαραγμένες επάνω τους διάφορες επιγραφές, όπως χάλκινα πιάτα, γεωργικά ή ξυλουργικά χάλκινα αντικείμενα, ραβδιά, εξαρτήματα αργαλειού και χάλκινα νομίσματα (τάλαντα). Φαίνεται πως η μόρφωση είχε αναπτυχθή τόσο πολύ, ώστε οι τεχνίτες ήξεραν να γράφουν και οι άνθρωποι του λαού να διαβάζουν. Τα αντικείμενα αυτά, ήσαν για τις πλατειές λαϊκές τάξεις και όχι για τους παλατιανούς, τους άρχοντες και το ιερατείο. Επομένως, η μόρφωση θα είχε ευρύτερη διάδοση.

Αυτός ο τρόπος γραφής με τα γραμμικά σύμβολα, κράτησε ως τον τέταρτον προχριστιανικόν  αιώνα. Από τότε κι ύστερα άρχισε να υποχωρή και να παίρνει τη θέση του σιγά – σιγά, ο γνωστός Ελληνικός τρόπος γραφής της εποχής εκείνης.

Σύμφωνα με μια ισχυρή άποψη των ειδικών, η αρχαία Κυπριακή γραφή διαμορφώθηκε απ’ τις αμοιβαίες επιδράσεις Αρκάδων και Κυπρίων. Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες, κατάφεραν να ταξινομήσουν εβδομήντα έξη γραφικά στοιχεία (γράμματα) και πέντε αριθμούς. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα θα γίνει η αποκρυπτογράφηση και θα στερεωθεί αδιάσειστα η ωραία θεωρία.

Πάντως εμείς οι Αρκάδες, είμαστε περήφανοι για τη συμβολή μας στον εξελληνισμό της Κύπρου. Το αίμα μας και το πνεύμα μας επότισαν και μπόλιασαν για καλά το πανέμορφο Κυπριακό δενδράκι. Δεν θα επιτρέψουμε στα ασιανά καύματα να το μαράνουν και να το ξεράνουν. Θα το προστατέψουμε όσο μπορούμε. Με τα χέρια και με τα μαχαίρια…..

========================================================

2. Δεσμοί Αρκαδίας – Κύπρου
Ηλίας Μαριολόπουλος – Ακαδημαϊκός

Οι δεσμοί αυτοί είναι ιστορικοί, είναι πνευματικοί, και είναι ακόμη συναισθηματικοί.

Προϊστορικοί είναι οι δεσμοί της Αρκαδίας με την Κύπρο και χρονολογούνται από τον 12ον π.χ αιώνα, όταν οι πρώτοι άποικοι της νήσου ήσαν οι Αρκάδες. Δύο αρχαίοι ιστορικοί ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας αναφέρουν το γεγονός.

Κατά ταύτα, η εγκατάστασις των Αρκάδων αποίκων εις την Κύπρον έγινε πρό της καθόδου των Δωριέων εις την Πελοπόννησον, μάλιστα δε προηγήθησαν ούτοι και αυτών των Αιολικών και  Ιωνικών αποικιών, αι οποίαι κατέκτησαν αργότερα τα παράλια της Μ. Ασίας.

Από την ανάγνωσιν των Κυπριακών επιγραφών και εκ της συγκριτικής μελέτης τούτων υπό ειδικών γλωσσολόγων, κατεδείχθη η συγγένεια και επεβεβαιώθη η μεγίστη ομοιότης της αρχαίας Κυπριακής Διαλέκτου με την αρχαίαν Αρκαδικήν Διάλεκτον.  

Οι τάφοι των βασιλέων – διαδόχων του Αγαπήνορος, που υπάρχουν στις εκτεταμένες νεκροπόλεις βορείως της σημερινής πόλεως, συνθέτουν τους συναισθηματικούς δεσμούς της Αρκαδίας με την νήσον Κύπρον και που έρχεται να επιβεβαιώση η κόρη του Αγαπήνορος Λαοδίκη με την επιγραφήν στο πέπλο που έστειλε για αφιέρωμα στην Αλέα Αθηνά της Τεγέας.

Η πνευματική κληρονομιά των αρχαίων προγόνων μας Αρκάδων, με την οποία ησθάνθησαν την χαράν της κοινωνικής ζωής, και πρό παντός η αφοσίωσίς των με ενθουσιασμό εις την μουσικήν, την ποίησιν και την ορχηστρικήν κρατεί σχεδόν την συμβολικήν της σημασίαν ανάμεσα στους αιώνας και διατηρεί ακόμη και σήμερα μεταξύ των το αρχαϊκό ύφος, αρμονικό σύμβολο ενός αιώνιου ειδυλλίου.

===========================================================

3. Αρκαδία – Κύπρος – Σχέσεις Διαχρονικές
Κώστα Π Καλύβας – Δημοσιογράφος – Εκδότης της εφημερίδας «Γορτυνία»

Γενναία μερίδα τιμής στον εξελληνισμό της αρχαίας Κύπρου έχει και η μαγευτική και ιστορική μας Αρκαδία. Που το ξέρουμε; Μας το πληροφορούν οι αρχαίοι συγγραφείς, με κορυφαίο τον πατέρα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας τον θείον Όμηρο. Μας το βεβαιώνουν τα πλούσια ανασκαφικά ευρήματα. Μας το φωνάζουν οι γραφές και οι επιγραφές, που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, σχίζοντας προσεχτικά τα φιλόξενα και στοργικά κυπριακά σπλάχνα.

Πριν τον Τρωικό Πόλεμο
Αρχίζοντας από τα παραμυθένια χρόνια της Κύπρου, τον πρώτο γηγενή βασιλιά τον Όφιν, πνίγει και σκοτώνει ο Ασωπός από την Αρκαδία, του αρπάζει το θρόνο και βασιλεύει πάνω στο νησί χρόνια πολλά κι ευτυχισμένα, με την αγαπημένη του γυναίκα Μετώπη. Αυτό το παραμύθι φανερώνει ότι προ του Τρωικού Πολέμου και μετά την καταστροφή των Κάρων πειρατών του Αιγαίου, από τον θαλασσοκράτορα βασιλιά της Κνωσού Μίνωα, η θάλασσα έμεινε ελεύθερη. Τότε άρχισε ένας μεταναστευτικός οργασμός, που κάθε πόλη και βασίλειο της Ελλάδας έστελνε τους τολμηρούς θαλασσοπόρους του για να δημιουργήσουν αποικίες. Οι Αχαιοί της Πελοποννήσου, σαν πιο τολμηροί θαλασσοπόροι, ήρθαν στην Κρήτη, την κατέλαβαν και μετά προχώρησαν ως την Κύπρο και αποίκησαν τα γύρω της παράλια.

Φαίνεται, λόγω του ορεινού εδάφους της Αρκαδίας, οι κάτοικοί της αναγκάζονταν να μεταναστεύουν ομαδικά σε άλλες χώρες, με αποτέλεσμα από την πρώιμη εποχή της ιστορίας, την προϊστορία, να αναφέρονται αποικίες Αρκάδων σ΄όλες τις περιοχές τις Μεσογείου. Ετσι αναφέρονται αποικίες Αρκάδων στην Ιταλία, την Κρήτη, την Λιβύη, τη Μικρά Ασία, τον Πόντο, την Κύπρο.

Στην Κρήτη ιδρύουν ολόκληρες πόλεις, όπως τη Γόρτυνα, Κύδωνα, Κατρέα, από τους γιους του Τεγεάτη (Γόρτυνα, Κύδωνα). Από την Κρήτη μετανάστευσαν στην Κύπρο. Καθ΄ ότι: “Ούτε οι Αιγύπτιοι κατείχαν την Κύπρον ή άλλας νήσους ή ήσαν θαλασσοκράτορες την εποχή εκείνην, κατά την οποίαν θαλασσοκρατούσαν οι Αρκάδες δια να δύναται ένας Αιγύπτιος ή ένας Φοίνιξ να ιδρύση πόλιν εις Κύπρον”, όπως ελέχθηκε στην Αλφειού Αποδημία.

Πάντως, κατά τον ΙΔ΄ και ΙΓ π.Χ. αιώνα έφθασαν στις παράλιες κυπριακές πόλεις ως έμποροι και τεχνίτες και η επίδραση τους ήταν τόσο έντονη και απλώθηκε σταδιακά σε τόσες εκδηλώσεις της ζωής, ώστε η Κύπρος όχι μόνο εξελληνίστηκε εντελώς, αλλά διαφύλαξε σ΄ολόκληρη την μετέπειτα ιστορική πορεία, την αρκαδική παράδοση.

Η ιστορία μιας γλώσσας ή μιας διαλέκτου αποτελεί μια πτυχή της Ιστορίας. Έτσι η κυπριακή διάλεκτος, όπως διαμορφώθηκε με την πάροδο των αιώνων, έχει πολλές ομοιότητες με τη διάλεκτο της Αρκαδίας, απ΄όπου ήλθαν οι Αχαιοί άποικοι. Οι Αχαιοί της Μυκηναϊκής εποχής ήταν πρόγονοι των Αρκάδων και Κυπρίων της ιστορικής εποχής. Επιγραφικά κείμενα μας δίνουν μια εικόνα της Κυπριακής διαλέκτου αρκετή για να δείξει τη στενή συγγένειά της με τη διάλεκτο που μιλιόταν την ίδια εποχή: “Η συγγένεια της κυπριακής και αρκαδικής έχει δώσει λαβή στην υπόθεση ότι και οι δύο κατάγονται από κοινή μητέρα, την αρκαδοκυπριακή των μυκηναϊκών χρόνων”. Έτσι βεβαιώνεται ότι ένα μέρος από τους Έλληνες της Κύπρου κατάγονται από την Αρκαδία και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου ήταν απλωμένη η αρκαδική πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Από άλλες πηγές γνωρίζουμε ότι η βόρεια ακτή της Κύπρου λεγόταν “Αχαιών ακτή” κατά τον Στράβωνα και οι ιερείς μιας άγνωστης θεότητας λέγονταν “Αχαιομάντεις”.

Μάλιστα γύρω στο 1886, διατυπώθηκε για πρώτη φορά η ιδέα ότι οι Αχαιοί των ομηρικών ποιημάτων ήταν οι ίδιοι οι Αρκάδες. Και πήρε δύναμη όταν παρατηρήθηκε ότι μερικά αρκαδικά διαλεκτικά στοιχεία σώζονται σε επιγραφές χωρών της Πελοποννήσου, όπου είχαν κατοικήσει Αχαιοί πριν από του Δωριείς.

Στην Εγκώμη (Αλάσια) βρέθηκαν δύο χάλκινα αγάλματα. Το ένα είναι ο Αρκαδικός θεός “Απόλλων ο Κεραιάτης” και το άλλο ένα χάλκινο άγαλμα γενειοφόρου θεού, που πιθανόν να είναι του Αρκαδικού Πάνα. Η λατρεία του Αρκαδικού θεού Απόλλωνα του Κεραιάτου διατηρήθηκε στη νήσο μέχρι τους Ελληνιστικούς χρόνους, όπως μαρτυρείται από επιγραφή που βρέθηκε στην Πύλα της Λάρνακας: “ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΕΡΑΙΑΤΗ. ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ ΜΕΝΩΝΟΣ ΑΝΕΘΗΚΕ”.

Από τα ευρήματα και σε άλλες τοποθεσίες, δείχνουν πειστικά την αρκαδική παρουσία στην Κύπρο απ΄τον ΙΔ΄ π.Χ. αιώνα και προϋποθέτουν κυριαρχία στο διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα, δηλαδή την εμπορική και πολιτιστική επικοινωνία της Κύπρου με την Αρκαδία και της Αρκαδίας με την Κύπρο. Γι΄αυτό η Κύπρος μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν κιβωτός των ελληνικών παραδόσεων.

Μετά τον Τρωικό Πόλεμο
Οι σχέσεις της Κύπρου με την Αρκαδία δεν προκύπτουν μόνον από τη συγγένεια της αρκαδικής με την αρχαία κυπριακή διάλεκτο, αλλά και από τους μύθους που αναφέρονται στον εποικισμό της Κύπρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο μύθος για την ίδρυση της Πάφου από τους Αρκάδες, από τον Αγαπήνορα, τον βασιλιά της Τεγέας.

Όταν αποφασίστηκε η εκστρατεία εναντίον της Τροίας, οι Αρκάδες, έλαβαν μέρος με εξήντα πλοία, έχοντας αρχηγό τους τον βασιλιά της Τεγέας Αγαπήνορα, γιο του Αργοναύτη, ξακουστού κυβερνήτη της “Αργώ” βασιλιά Αγκαία, εγγονό του Λυκούργου και σύμφωνα με τον Απολλόδωρο έναν από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Τη συμμετοχή τους στην εκστρατεία αναφέρει στην Ιλιάδα ο μεγάλος Όμηρος!

Ο Μενέλαος δεν πήγε μόνο στην Αρκαδία, αλλά και στην Κύπρο, μαζί με τον Οδυσσέα και τον Ταλθύσιο, σύμφωνα με την πληροφορία που διέσωσε ο Απολλόδωρος. Ταξίδεψαν στην Κύπρο με σκοπό να παρακαλέσουν τον Κινύρα, ηγεμόνα της Κύπρου, αρχιερέα της Πάφου και λυρικό ποιητή, για να πάρει μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ίσως τότε να έστειλε ο Κινύρας την γνωστή πανοπλία σαν δώρο στον Αγαμέμνονα, που τη φορούσε στην Τροία και την αναφέρει ο Όμηρος ως εξής:
Μετά την άλωση της Τροίας, σύμφωνα με το μύθο, οι Αρκάδες με τον Αγαπήνορα, καθώς έπαιρναν το δρόμο του γυρισμού, τους βρήκε θαλασσοταραχή στον Καφηρέα και ξέπεσαν με το στόλο τους στις νοτιοδυτικές ακρογιαλιές της Κύπρου. Έτσι παρουσιάζεται από τον Παυσανία σαν ένα γεγονός συγκυριακό.Διαβάζουμε λοιπόν το μεταφρασμένο κείμενο :
Ο Αγαπήνορας, γιος του παιδιού του Λυκούργου Αγκαίου, που ήταν βασιλιάς μετά τον Εχεμό, οδήγησε στην Τροία τους Αρκάδες. Μετά την άλωση της Τροίας η τρικυμία που έπιασε, όταν οι Έλληνες γύριζαν στην πατρίδα τους, πέταξε τον Αγαπήνορα και το ναυτικό των Αρκάδων στην Κύπρο. Έτσι ο Αγαπήνορας έγινε οικιστής της Πάφου και έχτισε το ιερό της Αφροδίτης. Στην Παλαίπαφο πρωτύτερα η θεά λατρευόταν από τους Κυπρίους σε κάποιο μέρος που ονομαζόταν Γολγοί. Μετά από χρόνια η Λαοδίκη, που καταγόταν από τον Αγαπήνορα, έστειλε στην Τεγέα ένα πέπλο για την Αλέα Αθηνά. Το επίγραμμα, που είναι πάνω στο αφιέρωμα, φανέρωνε και την καταγωγή της Λαοδίκης:
“Το πέπλο αυτό είναι της Λαοδίκης, το αφιερώνει
στην Αθηνά, από την ιερή Κύπρο στην ευρύχωρη πατρίδα της”.

Για την εγκατάσταση, εξ΄άλλου, των Αρκάδων στην Κύπρο, μας κάνει λόγο και ο γεωγράφος Στράβων:
“Ειθ΄ η Πάφος, κτίσμα Αγαπήνορος, και λιμένα έχουσα και ιερέα ευ κατασκευασμένα διέχει δε πεζή σταδίους εξήκοντα της Παλαιπάφου, και πανηγυρίζουσι δια της οδού ταύτης κατ΄έτος επί την Παλαίπαφον άνδρες ομού γυναιξίν συνιόντες και εκ των άλλων πόλεων”.

Στα μέσα του 16 αιώνα ένας λόγιος Κύπριος από την Ποταμίου της Λεμεσού, ο Νεόφυτος Ρόδινος, αναφέρεται στην αποίκιση της Κύπρου από τους Αρκάδες, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες του Παυσανία και του Στράβωνα ως εξής:
“Ο Στράβων και ο Παυσανίας λέγουσι πως την Πάφον την έκτισεν ο Αγαπήνωρ, ο Παυσανίας εις τα Αρκαδικά έτσι γράφει. Επιγενόμενος χειμών Αγαπήνωρά τε και το Αρκαδικόν ναυτικόν κατήνεγκεν εις Κύπρον και Πάφου τε Αγαπήνωρ εγένετο οικιστής, και της Αφροδίτης κατεσκευάσατο εν πόλει Πάφω το ιερόν”.

Έτσι λοιπόν ο Αγαπήνορας εγκαταστάθηκε στην Κύπρο και έγινε οικιστής της Πάφου και έχτισε το ιερό της Αφροδίτης. Αργότερα, η απόγονός του Λαοδίκη, όπως είπαμε και παραπάνω, έστειλε στην Τεγέα ένα πέπλο για την Αλέα Αθηνά, από την ιερή Κύπρο, στη μεγάλη της πατρίδα. Αλλά “εν Τεγέα υπήρχε και ναός Αφροδίτης καλούμενης Παφίας, ιδρύσατο σε αυτήν Λαοδίκην …οικούσα εν Πάφω”.

Ο μύθος αυτός επιβεβαιώνει όσα γνωρίζουμε για το βασιλιά της Πάφου και αρχιερέα του ναού της Αφροδίτης Κινύρα, που έζησε κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Αγαπήνορας κατόρθωσε να εκδιώξει τον Κινύρα και να γίνει κύριος της Παλαιπάφου, όπου οι ανασκαφές αποκάλυψαν πλούσιο αρχαιολογικό υλικό του 12ου π.χ. αιώνα.

Αλλά και στην Κύπρο εκτός από την Πάφο υπήρχε και ολόκληρο συγκρότημα Αρκαδικών αποικιών και πόλη “Αρκαδία”, όπως στην Κρήτη και στην Αίγυπτο.
Ακόμη πρέπει να προσθέσουμε ότι στις ακτές της Πάφου, στην τοποθεσία “Παλαιόκαστρο – Μάα”, ήρθε πριν λίγα χρόνια στο φως οχυρωμένη μικρή πόλη, που ιδρύθηκε από τους Αχαιούς αποίκους στα τέλη του ΙΓ΄ π.Χ. αιώνα. Φαίνεται ότι στην πόλη αυτή, έγινε η πρώτη εγκατάσταση των Αχαιών, πριν από την προώθησή τους στην υπόλοιπη Κύπρο. Είναι οχυρωμένη με κυκλώπεια τείχη, όπως η Εγκώμη και το Κίτιο και η ανασκαφή αποκάλυψε άφθονο υλικό κεραμεικής μυκηναϊκού ρυθμού.

Η ιστορία ανακυκλώνεται από την εποχή που γλωσσολόγοι εκτιμούν την πρώτη μαρτυρία του Παυσανία για τον βασιλιά της Πάφου, τον Αρκάδα Αγαπήνορα, ως πρώτο ιδρυτή ελληνικής αποικίας στην Κύπρο, πριν από άλλες φυλές, Αιολικής, Ιωνικής ή Δωρικής, εγκατασταθούν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Το 1952 οι Γάλλοι Τζέϊ Μπέραρντ και Τζωρτζ Ντεσεγέ, ενδιαφέρθηκαν για τη διεύρυνση του αρχαίου μύθου, για την ίδρυση της Πάφου από τον Αρκάδα Αγαπήνορα και της υπόθεσης αν η σημερινή Πάφος βρίσκεται στην Παλαίπαφο, δηλαδή στα Κούκλια. Εκεί έκτισε την Πάφο ο Αγαπήνορας και ανήγειρε το ναό της Αφροδίτης, που σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παναγίας της Αφροδίτισσας. Ένα τεκμήριο της εμμονής των Κυπρίων στις παλιές μνήμες, γιατί “η αρχαία ψυχή δεν έσβυσε”.

Μάλιστα μεταξύ Πάφου και Λεμεσού υπάρχει η “Πέτρα του Ρωμιού” ή ο Βράχος της Αφροδίτης, το σημείο όπου αναδύθηκε η Κύπριδα Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα και του Γάμου, μα και η θαλασσινή θεά, η φιλομειδής και καλλιστέφανος.

Ακόμη δυτικά της Πάφου, το χωριό Γεροσκήπου, πήρε το όνομά του από τους “ιερούς κήπους” που ήσαν εκεί γεμάτοι άνθη.

Αλλά και στην Τεγέα υπήρχε ναός της Αφροδίτης. “Υπήρχε δε εν Τεγέα παρά του ναού της Δήμητρος και της κόρης, ναός της Αφροδίτης Παφίας, ον έκτισεν η Λαοδίκη αύτη του Αγαπήνορος, όστις ρητώς διαμαρτυρείται ότι δεν επέστρεψεν εις Αρκαδίαν, οικιστής γενόμενος της Πάφου, ως και ο Στράβων και ο Λυκόφρων και επίγραμμα εν τη Ανθολογία επιμαρτυρούσιν”.

Οι Αρκάδες της Κύπρου διατηρούσαν αναμνήσεις για την προέλευση των προγόνων τους. Έτσι η Λαοδίκη καθόταν επί ένα χρόνο και ύφαινε μ΄ένα σωρό υφάντριες το λευκομέταξο πέπλο της Αλέας Αθηνάς και το έστειλε από την Κύπρο στην Τεγέα, στη γιορτή της πάνδημης ωραίας θεάς, στα Αλέαια, με το γνωστό επίγραμμα. Αυτές οι μαρτυρίες έχουν επιβεβαιωθεί σε σημαντικό βαθμό από νεότερες επιστημονικές έρευνες. “Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους και πλούσια ευρήματα που επιβεβαιώνουν, μαζί με τις παραδόσεις, την προέλευση των Ελλήνων της Κύπρου από την Αρκαδία”, όπως αναφέρει ο ακαδημαϊκός και καθηγητής Μ. Β. Σακελλαρίου από το “Διεθνές Συμπόσιο” που έγινε στη Λάρνακα στις 8.6.1986. Εξάλλου ο καθηγητής Ο. Μasson λέγει στο Συμπόσιο: “Η θρυλική αφήγηση για την ίδρυση της Πάφου από τον Αγαπήνορα επιβεβαιώθηκε από επιγραφικές μαρτυρίες”.

Επιγραφικά κείμενα μας δίνουν μια εικόνα της κυπριακής διαλέκτου, αρκετή να δείξει τη στενή συγγένεια με τη διάλεκτο που μιλιόταν την ίδια εποχή, δηλαδή την τελευταία προχριστιανική χιλιετία. Η συγγένεια της Κυπριακής και της αρκαδικής έχει δώσει λαβή στην υπόθεση ότι και οι δύο κατάγονταν από την κοινή μητέρα, την αρκαδοκυπριακή των μυκηναϊκών χρόνων. Έτσι βεβαιώνεται ότι ένα μέρος από τους Έλληνες της Κύπρου, κατάγονταν από την Αρκαδία και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου ήταν απλωμένη η Αρκαδική πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Αυτή η γλώσσα τη λαλούν ακόμη στα χωριά της Κύπρου κι είναι η προϊστορική ηχώ των λέξεων, που χτυπιέται μαζί με τα “λαλάρια” στο ποτάμι της ζωντανής αυτής γλώσσας των χιλιετηρίδων. “Ελλάδος φθόγγον χέουσαν”, κατά τον Αισχύλον και όπως είναι μια ελληνική διάλεκτος και η καταγωγή της, είναι σχεδόν αποκλειστικά ελληνική: Η αρκαδοκυπριακή διάλεκτος”. ” Η πιο αψευδής μαρτυρία της γενεαλογίας των Κυπρίων είναι η γλωσσολαλιά τους με ζωντανές τις ρίζες της στην Αρκαδική διάλεκτο του 11ου π. Χ. Αιώνα”, τονίζει η Αρκαδο – Μελισσάνθη. Ο πληθυσμός κελαϊδούσε την πανάρχαια γλώσσα των Αχαιών στο πιο καθάριο τύπο της: της ορεινής Αρκαδίας.

Αρκαδο-Κυπριακά Τοπωνύμια
Εκτός από την αρκαδοκυπριακή διάλεκτο και τα κοινά αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια , επιβεβαιώνουν τη διαχρονική συνέχεια των δύο αδελφών λαών. ” Τόπων τινών ονόματα λεγόμενα μηνύουσι την πάλαι ποτέ αυτών ενοίκησιν”, γράφει ο Διον. Αλικαρνασσεύς. Τοπωνύμια υπάρχουν και στην Αρκαδία και στην Κύπρο, τα οποία θα πρέπει να εξετασθούν ως γλωσσικό τεκμήριο αποικισμού και ενδεικτικό της συντηρητικότητας των τοπωνυμίων ως γλωσσικών στοιχείων:
Βάσσαι Αρχαίας Φυγαλίας και Βάσσα (Βήσσα) χωρίον Λεμεσσού.
Σαϊτάς του Ντάρα και Σαϊτάς της Κύπρου.
Λιβεργά της Κανδύλας και Λιβερά της Κύπρου.
Λύμπια Κυνουρίας και Λύμπια Κύπρου.
Μαρί Κυνουρίας και Μαρίν Κύπρου.
Τεγέα Αρκαδίας και Τεγησσός Κύπρου.
Κολλίνες Μαντινείας και Κολλινία (λοφώδης περιοχή Κύπρου).
Κυλλήνη (όρος) Αρκαδίας και Κυλλήνια, χωρίον Πάφου.
Απόλλων Κερεάτης (ιερόν) Αρκαδίας και Απόλλων Κεραιάτης (άγαλμα) Εγκώμης (Αλάσιας) Κύπρου.
Απόλλων Αγυιεύς (Τεγέα) και Αγυάτης Απόλλων (Αγυιά Κύπρου).
Κερύνεια (τοπωνύμιο) Αρκαδίας και Κυρήνεια Κύπρου.
Κλάριος Απόλλων (Αρκαδία) και Κλάριος (ποταμός Κύπρου).
Πύλαι Αρκαδίας και Πύλα Λάρνακος.
Μακαρία Αρκαδίας (Παυσ. Η΄ 3,3) και Μακαρία Κύπρου.
Μαλούς (ποταμός) Αρκαδίας και Μαλούντα της Κύπρου.
Μακούνια Τσακωνιάς και Μακούντα Κύπρου.
Γλανιτσιά χωριό της Γορτυνίας και Αγλαντζιά Κύπρου.
Σπάθαρι, χωριό της Γορτυνίας και Σπαθαρικό Κύπρου
Μάραθα (χωρίον) Γορτυνίας και Μάραθον (ποτάμι) Κύπρου.
Τραπεζούς Αρκαδίας και Τραπέζου (κώμη) επαρχίας Αμμοχώστου Ακόμη επισημαίνουμε και άλλα γνωστά σήμερα Αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια, που πρέπει να εξετασθούν κάποτε όπως:
Αγριδάκι, Ζαχαρία, Καλλιάνα, Καλλιάνι, Καμινάρια, Λύμπια, Σόλος, Γόλγος, κ.λ.π.

Τα κοινά αρκαδοκυπριακά τοπωνύμια, η αρκαδοκυπριακή διάλεκτος, η κοινή λατρεία, οι νόμοι, τα ήθη κι έθιμα επιβεβαιώνουν, για όσους αμφιβάλλουν, το φυλετικό δεσμό που δεν αδυνάτισε στη διαδρομή των αιώνων και διαχρονικά συνεχίζονται οι ιστορικές σχέσεις μέχρι σήμερα. Και όπως τονίζει σε χαιρετισμό του, ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος : “Οι Έλληνες της Κύπρου συγγενεύουσιν εξ αίματος μετά των Αρκάδων, διότι προ δεκατεσσάρων και πλέον αιώνων προ Χριστού, μεταξύ των πρώτων Ελλήνων αποίκων της Κύπρου, ήσαν Έλληνες Αρκάδες. Οι Κύπριοι είμεθα υπερήφανοι δια τους τοιούτους προγόνους μας”. Έτσι όχι μόνο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επισκέφθηκε την Τρίπολη, αλλά και αργότερα ο Γορτυνιακής καταγωγής Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργος Βασιλείου, για μια αναβάθμιση των ιστορικών μας δεσμών.

Νεώτερες Αρκαδοκυπριακές Σχέσεις
Όμως αξίζει να δούμε και κάποιες νεώτερες Αρκαδοκυπριακές σχέσεις:
Στα μέσα του 16ου αιώνα ένας λόγιος Κύπριος από την Ποταμίου της Λεμεσού, ο Νεόφυτος Ρόδινος, αναφέρεται στην αποίκηση της Κύπρου από τους Αρκάδες, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες του Παυσανία και του Στράβωνα στο βιβλίο του “Περί Ηρώων, Στρατηγών, Φιλοσόφων, Αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων οπού ευγήκασιν από το νησί της Κύπρου” (1659).

Κατά τον 15ο αιώνα ο Δημήτρης Ράλλη Λάσκαρης, γιος του “πρωτομάστορα” Τσακωνίτη Ισαάκιου Ράλλη Λάσκαρη (1476) ήταν Μέγας Δούκας κι έγινε Διοικητής στην Κύπρο.

Οι ιστορικοί δεσμοί εκδηλώνονται και στην ανταρσία του 1578 από τους Κυπρίους και τότε ο Δημητσανίτης Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος Δ΄ έγραψε ένα γράμμα συμπαράστασης στον Αρχιεπίσκοπο “Πάσης Κύπρου και Νέας Ιουστινιάνης” Βενιαμίν.

Ακόμη στην Κύπρο βρέθηκε εξέχων Στεμνιτσιώτης ιεράρχης, ο δεσπότης Ιερεμίας Κόκκαλης, όπως αναγράφεται στον κτητορικό κώδικα της Μονής Φιλοσόφου Γορτυνίας. Και ήταν επόμενο, γιατί η παράδοση αναφέρει για τα συνεχή ταξίδια στην Κύπρο μετάλλων της Στεμνίτσας, την εποχή της Τουρκοκρατορίας.

Το 1795 ο Κύπριος Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεράσμιος Γ΄ χειροτόνησε Επίσκοπο Δημητσάνης τον Κύπριο Φιλόθεο Χατζή (1795-1821), που ως τότε υπηρετούσε ως διάκονος στη Μονή Προδρόμου. Συνετέλεσε πολύ στην προαγωγή των “μπαρουτόμυλων” της Δημητσάνας κι έγινε μισητός στους Τούρκους, που τελικά τον κλείσανε στις φυλακές της Τριπολιτσάς, όπου πέθανε στις 10 Σεπτεμβρίου 1821 από ταπεινωτική μεταχείριση.

Στους προεπαναστατικούς χρόνους, ο Στεμνιτσιώτης Αντώνιος Πελοπίδας, ένας από τους Αποστόλους της Φιλικής Εταιρείας, βρέθηκε στην Κύπρο κι έφερε στην Μεγαλόνησο το χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα του ξεσηκωμού. Είχε μάλιστα και συστατικό γράμμα του Αλεξάνδρου Υψηλάντη προς τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό.

Στη μεγάλη Επανάσταση του Εικοσιένα πήραν μέρος πολλοί Κύπριοι αγωνιστές, που πρόσφεραν πολλές και σημαντικές υπηρεσίες, αρκετοί δε σε μάχες στον Αρκαδικό χώρο. Μεταξύ αυτών είναι ο Αρχιμανδρίτης Κύπριος Θεόφιλος Θησεύς από το Στρόβιλο, προάστειο της Λευκωσίας, που συμμετείχε στην Άλωση της Τριπολιτσάς. Ακόμη όπως γράφει ο Φωτάκος στ΄Απομνημονεύματά του: “Αρχιμανδρίτης Κύπριος σκοπεί την δολοφονίαν του Ιμπραήμ!. Γίνηκε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και συναντήθηκε με τον θείο του Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό (εκτελεσθέντα 9.7.1821)”.

Και πολλούς άλλους Κύπριους Αγωνιστές θα μπορούσα να αναφέρω που πολέμησαν στην Άλωση της Τριπολιτσάς, όπως τον Ιωάννη Γεωργίου, Χρήστο Μιχαήλον, Ιωάννη Κύπριο, καθώς και τους Μιχαλιό και Ζαχαρία Καραγεώργη. Το 1827 στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, 150 Κύπριοι αναφέρονται μεταξύ των νεκρών.

Τέλος αξίζει να αναφέρω ότι στο παναρκαδικό εγερτήριο δονούν τα πεζογραφήματα και ποιήματα των Αρκάδων λογοτεχνών για τη δουλωμένη μας Κύπρο:
Αθανασιάδης Σωτήρης: Στην Κύπρο.
Αδαμόπουλος Γεώργιος: Κύπρος – Αρκαδία.
Αρβανίτης Ιωάννης: Κυπριακό τραγούδι στον Αυξεντίου
Αντωνόπουλος Πάνος: Στην Κύπρο μας/ Για την λευτεριά της Κύπρου.
Βαγενάς Θάνος: Αδελφικοί δεσμοί Αρκαδίας με μαρτυρική Κύπρο
Δασκαλόπουλος Νίκος: Κάτω τα χέρια από την Κύπρο
Θεοδωρόπουλος Δημ.: Όλοι στην Κύπρο/ Απ΄ την πατρίδα την τρανή.
Καντάρη Λώρη: Όρκος (εις μνήμη αδελφών Κυπρίων).
Κατσίνης Μήτσος: Εμπρός Έλληνες / Γαλάζιο νησί /Επίγραμμα από τη Συλλογή: “Σταυρωμένη Κύπρος”.
Κριμπάς Χρυσόστομος: Αρχαίες Αρκαδοκυπριακές σχέσεις
Νίκος Κωστάρας: Αρκαδία και Κύπρος
Μαλλίρης Γιάννης: Της Κύπρου μας τα φίδια.
Παπαγιάννης Αλέκος: Βασανισμένη Κύπρος /Στη μαρτυρική Κύπρο μας.
Σταμπολής Γεώργιος: Στο σκοτωμένο έφηβο της Κύπρου.
Συνοδινός Νάσος: Η Πάφος.
Ψιμούλης Δημοσθένης: Οι ώρες του σήμερα.
Και του Κύπριου Τίτου Μπάτη: Οι Στυμφαλίδες Όρνιθες

Πάντως εμείς οι Αρκάδες, είμαστε πολύ υπερήφανοι για τη συμβολή των προγόνων μας στον εξελληνισμό της Κύπρου. Το αίμα μας και το πνεύμα μας, επότισαν και μπόλιασαν για τα καλά το πανέμορφο κυπριακό δεντράκι.

Η Αρκαδοκυπριακή διάλεκτος
(Άρθρο από wikiwand)

Η Αρκαδοκυπριακή διάλεκτος, αποκαλούμενη και νότια Αχαϊκή, είναι μία από τις διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής, η οποία ομιλούνταν στην κεντρική Πελοπόννησο και στην Κύπρο. Οι ομοιότητές της με τη Μυκηναϊκή ελληνική, όπως την ξέρουμε από τις πινακίδες της Γραμμικής Β, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι απόγονός της. Η πρώιμη μορφή της, η Πρωτοαρκαδοκυπριακή, ήταν μάλλον η γλώσσα που ομιλούνταν από τους Αχαιούς στην Πελοπόννησο πριν την έλευση των Δωριέων, γι’ αυτό και η Αρκαδοκυπριακή ονομάζεται και νότια Αχαϊκή. Η Πρωτοαρκαδοκυπριακή τοποθετείται περί το 1200 π.Χ. (υποθετικά) και εικάζεται ότι ήταν μια μορφή της μυκηναϊκής. Η εκδοχή αυτή στηρίζεται στην (καθ’ όλα ρεαλιστική) υπόθεση, ότι η γλώσσα της Γραμμικής Β ήταν μια “τεχνητή” ή επίσημη γλώσσα των ανακτόρων, η οποία διέφερε από τη γλώσσα που μιλούσε ο λαός στις διάφορες περιοχές, όπου έχουν βρεθεί πινακίδες με Γραμμική Β.

Οι ομοιότητες Κυπριακής και Αρκαδικής διαλέκτου (ισόγλωσσα) μαρτυρούν ότι οι Αχαιοί είχαν αποικήσει και την Κύπρο. Στοιχεία για την αποίκηση αυτήν μας δίνει και ο Παυσανίας (Ἑλλάδος περιήγησις VIII 2), ο οποίος αναφέρει ότι μετά την καταστροφή της Τροίας οι Αρκάδες έπλευσαν στην Κύπρο και ίδρυσαν την Πάφο.

Ἀγαπήνωρ δὲ ὁ Ἀγκαίου τοῦ Λυκούργου μετὰ Ἔχεμον βασιλεύσας ἐς Τροίαν ἡγήσατο Ἀρκάσιν. Ἰλίου δὲ ἁλούσης ὁ τοῖς Ἕλλησι κατὰ τὸν πλοῦν τὸν οἴκαδε ἐπιγενόμενος χειμὼν Ἀγαπήνορα καὶ τὸ Ἀρκάδων ναυτικὸν κατήνεγκεν ἐς Κύπρον, καὶ Πάφου τε Ἀγαπήνωρ ἐγένετο οἰκιστὴς καὶ τῆς Ἀφροδίτης κατεσκευάσατο ἐν Παλαιπάφῳ τὸ ἱερόν·

Η αποίκηση πρέπει να συνέβη πριν το 1100 π.Χ.. Με την έλευση των Δωριέων στην Πελοπόννησο ένα τμήμα του πληθυσμού μετοίκησε στην Κύπρο και οι υπόλοιποι κατέφυγαν στα βουνά της Αρκαδίας. Στη συνέχεια λόγω της κατάρρευσης του Μυκηναϊκού κόσμου επικοινωνία δεν υπήρχε και η Κυπριακή διαφοροποιήθηκε από την Αρκαδική. Η Κυπριακή γραφόταν ως και τον 3ο αι. π.Χ. με το Κυπριακό συλλαβάριο, μια συλλαβική γραφή όμοια με τη Γραμμική Β. Οι δύο διάλεκτοι, που συγκροτούν την Αρκαδοκυπριακή (ή νότια Αχαϊκή) μάς είναι γνωστές μόνο από επιγραφές.

Χαρακτηριστικά

Τα κύρια χαρακτηριστικά της Αρκαδοκυπριακής και οι ιδιαιτερότητές της σε σχέση με τις άλλες διαλέκτους και κυρίως με την Αττική διάλεκτο είναι οι εξής:

  • Τροπή του –ο > -υ (κώφωση): καταλήξεις ρημάτων σε –τυ/-ντυ αντί Αττικού –το/-ντο, ἀπυ αντί ἀπό, ὑμοιοις αντί ὁμοίοις [πρβλ. σσ.108, Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, 5η Έκδ., Αθήνα 2002]
  • Τροπή του -α > -ο (κώφωση): Πρόθεση ὀν αντί της Αττικής ἀνά, όνεθυσε αντί Αττικού ἀνέθυσε [πρβλ. σσ.108, Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, 5η Έκδ., Αθήνα 2002]
  • Τροπή του εν > ιν: ἰν αντί Αττικού ἐν, μινονσαι αντί μένουσαι, κατάληξη μετοχής –μινος αντί Αττικού -μενος
  • Διατήρηση του δίγαμμα: Ϝεκαστον αντί Αττικού ἕκαστον
  • Τροπή του –τι > -σι: εἰκοσι, κατάληξη γ΄ πληθυντικού ρημάτων (όπως και στην Αττική)
  • Καταλήξεις μέσης φωνής γ΄ενικού και γ΄ πληθυντικού σε –τοι και –ντοι αντίστοιχα αντί Αττικών –ται και –νται: τετακτοι αντί τέτακται
  • Αποκοπή των προθέσεων ἀνά, κατά, παρά προ φωνήεντος: κακειμεναυ αντί Αττικού κατακειμένης, [κάββαλε > κάτβαλε > κατάβαλε] [πρβλ. σσ.108, Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, 5η Έκδ., Αθήνα 2002]
  • Πρόθεση πος αντί Αττικού πρός
  • Στην Αρκαδική διατήρηση του –νσ-: δοτική πλυθυντικού σε –ονσι αντί Αττικού –ουσι, πανσας αντί Αττικού πᾶσας
  • Στην Αρκαδική χρήση ιδιαίτερου γράμματος ϰ για την απόδοση χειλοϋπερωικών φθόγγων της πρωτοελληνικής (*kw*gw*gwh): ὁϰεοι = ὅτεῳ

Σχόλιο
Το blog σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμα μη δημοσίευσης υβριστικών, συκοφαντικών, ρατσιστικών σχολίων και διαφημίσεων, καθώς αντιβαίνουν στις διατάξεις την κείμενης νομοθεσίας. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά προσωπικές απόψεις αναγνωστών.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

  Posts

May 22nd, 2022

Ο Κώστας μέσα από Ε&Α

Αυτή η εικονική « αυτοσυνέντευξη » είναι στην πραγματικότητα μια συγχώνευση κομματιών συζητήσεων και σκέψεων που έχω μοιραστεί με φίλους και φοιτητές […]

May 15th, 2022

Costas through Qs & As

This virtual “self-interview” is actually a merge of pieces of discussions and thoughts  (in the form of Questions and Answers) […]

November 24th, 2020

Ithaca (C.P. Kavafy)

Ithaka Σαν βγεις στο πηγαιμό για την Ιθάκη,να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,τον […]

August 3rd, 2020

Aristotelian Lex parsimoniae: “βελτίων ἡ ἐξ ἐλαττόνων”

The Latin expression "lex parsimoniae" literally translates as "Law of parsimony", or as "Law of economy" or "Law of succinctness" [...]
August 6th, 2020

Αριστοτελική Lex parsimoniae: “βελτίων ἡ ἐξ ἐλαττόνων”

Η λατινική έκφραση “lex parsimoniae” μεταφράζεται κυριολεκτικά ως “Law of parsimony” ή “νόμος της φειδούς” ή «νόμος της φειδωλότητας», ή […]

April 30th, 2020

Et in Arcadia Ego – Arcadian Ecology

“Et in Arcadia Ego” is a Sibylline Latin phrase that first appeared in a painting, by Giovanni Francesco Barbieri (Guercino), […]

August 6th, 2020

Et in Arcadia Ego – Αρκαδική Οικολογία

“Et in Arcadia Ego” είναι μια σιβυλλική Λατινική φράση που πρωτοεμφανίστηκε σε έναν πίνακα του Giovanni Francesco Barbieri (Guercino), (1618-1622), ο […]

April 30th, 2020

The “Glory” optical phenomenon

It is visible when you are sitting close to the window on the one side of an aircraft and having the […]

August 6th, 2020

Το φαινόμενο Glory

Είναι ορατό όταν κάθεστε κοντά στο παράθυρο στη μία πλευρά του αεροσκάφους και έχετε τον ήλιο στην άλλη πλευρά. Κοιτάζοντας […]

May 14th, 2020

Fata Morgana

In the case of a fata morgana mirage, light reflecting from a distant object, such as a ship, is bent […]

August 6th, 2020

Fata Morgana (Ελληνικά)

Στην περίπτωση του αντικατοπτρισμού fata morgana, το φως που αντανακλάται από ένα μακρινό αντικείμενο, όπως ένα πλοίο, κάμπτεται προς τα […]

May 2nd, 2020

ΑΡΚΑΔΙΑ

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ [ΠΗΓΗ: arcadians.gr] Αναφορικά με την προέλευση του ονόματος της Αρκαδίας υπάρχουν αρκετές εκδοχές. Από αυτές οι […]

May 2nd, 2020

ΑΡΚΑΔΙΑ-ΚΥΠΡΟΣ

Η Σχέση της Αρκαδίας με την Κύπρο είναι Πανάρχαιες Αναδημοσίευση 3 άρθρων από http://www.arcadians.gr/——————————————————————————————— ======================================================== 2. Δεσμοί Αρκαδίας – ΚύπρουΗλίας […]

September 3rd, 2020

Onomastics

Konstantinos John Saitanis Onomastics… The first name “Konstantinos”  -also appears as Kostas or “Costas” (…my nickname)- comes from the Latin name Constantinus, […]

May 3rd, 2020

Ονοματολογία…

Κωνσταντίνος Ιωάννου Σαϊτάνης Ετυμολογία… Το κύριο όνομα “Κωνσταντίνος” (που με συγκοπή του –ντίνος απαντά και ως Κώστας ή Κωστής) προέρχεται από το […]